ογδοηκονταετηρίδα

ογδοηκονταετηρίδα
[-ίς (-ίδος)] η восьмидесятилетие, восьмидесятилетний юбилей

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ογδοηκονταετηρίδα" в других словарях:

  • ογδοηκονταετηρίδα — η 1. ογδοηκοστή επέτειος 2. σύνολο ογδόντα ετών, ογδονταετία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀγδοήκοντα + ἐτηρίς (< ἐτήρ), πρβλ. επ ετηρίδα. Η λ., στον λόγιο τ. ογδοηκονταετηρίς, μαρτυρείται από το 1890 στον Δ. Θερειανό] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»